1.3. Διαχείριση των σχολείων
Οι αποτελεσματικοί διευθυντές σχολείων προάγουν το πνεύμα συνεργασίας. Τα σχολεία χρειάζονται αφοσιωμένους, ικανούς διευθυντές με αξίες και ισχυρά κίνητρα, οι οποίοι μπορούν να ενθαρρύνουν τον προβληματισμό και να προαγάγουν τον διάλογο και τη συνεργασία, τόσο μεταξύ όλων των σχολικών παραγόντων όσο και με άλλους ενδιαφερόμενους φορείς. Διασφαλίζουν ένα υποστηρικτικό περιβάλλον για τους εκπαιδευτικούς, στο οποίο ενθαρρύνεται η μάθηση μεταξύ των εκπαιδευτικών, η αφιέρωση χρόνου για διατύπωση σχολίων και προβληματισμό, καθώς και η δικτύωση εντός και μεταξύ των σχολείων. Διαδραματίζουν επίσης κεντρικό ρόλο στην παροχή ευκαιριών για την αρχική εκπαίδευση των εκπαιδευτικών με πρακτικό προσανατολισμό και τη συνεχή επαγγελματική εξέλιξη με γνώμονα την έρευνα.
Οι διευθυντές των σχολείων θα πρέπει να είναι σε θέση να μοιράζονται αρμοδιότητες μέσω της κατανομής διευθυντικών καθηκόντων εντός του σχολείου. Στο πλαίσιο του μοντέλου «κατανομής διευθυντικών καθηκόντων», οι διευθυντές, το εκπαιδευτικό και μη εκπαιδευτικό προσωπικό, οι μαθητές, καθώς και οι γονείς και οι οικογένειες, ενθαρρύνονται να αναλάβουν όχι μόνο ηγετικούς ρόλους σε συγκεκριμένο πεδίο εμπειρογνωσίας, αλλά και ευθύνες και πρωτοβουλίες είτε ατομικά είτε στο πλαίσιο μιας ομάδας. Δημιουργούνται ευκαιρίες για την εδραίωση μεγαλύτερης ευελιξίας στις εργασιακές σχέσεις. Προς τον σκοπό αυτόν, είναι πιθανόν να απαιτείται η ανάπτυξη θεσμικών δομών: δημιουργία νέων διαδικασιών και ρυθμίσεων εργασίας (όπως επίσημων και ανεπίσημων επιτροπών, ομάδων, ομάδων εργασίας κ.λπ.)· οργάνωση του χρόνου και κατανομή των πόρων κατά τρόπο ώστε να καθίσταται δυνατή η συλλογική συνεργασία και η δοκιμή καινοτόμων ιδεών κ.λπ.
Επιτυχημένες πρωτοβουλίες σε κράτη μέλη περιλαμβάνουν συνεργατικές διευθυντικές δομές. Αυτές μπορεί να περιλαμβάνουν την ανάθεση καθηκόντων μεσαίων στελεχών/συντονιστών σε ορισμένα μέλη του προσωπικού, καθώς και την εξασφάλιση ευελιξίας για τη συγκρότηση ομάδων διδασκόντων. Επιπλέον, από προηγούμενες πρωτοβουλίες αναδεικνύεται η σημασία της κατάλληλης επιλογής προσωπικού υποστήριξης (εμπειρογνώμονες, καθοδηγητές, εκπαιδευτές), το οποίο δύναται να καθοδηγήσει τη διαδικασία αλλαγής και να παρέχει στήριξη στους διευθυντές των σχολείων και τους εκπαιδευτικούς, ανάλογα με τις ανάγκες τους.
Όσον αφορά την καλλιέργεια νέου σχολικού πνεύματος, πρέπει να ληφθούν υπόψη ορισμένες προκλήσεις σχετικά με τη διαχείριση του ανθρώπινου δυναμικού. Αυτές μπορεί να περιλαμβάνουν, για παράδειγμα, τη συνειδητοποίηση των οφελών της συνεργασίας από το προσωπικό του σχολείου, τη συγκρότηση διαφόρων ομάδων εκπαιδευτικού και μη εκπαιδευτικού προσωπικού και τη διασφάλιση της βιωσιμότητας του συλλογικού έργου.
Για περισσότερες πληροφορίες:
Ευρωπαϊκή Επιτροπή, Strengthening teaching in Europe: New evidence from teachers compiled by Eurydice and CRELL [Ενίσχυση της διδασκαλίας στην Ευρώπη: νέα στοιχεία από εκπαιδευτικούς, που συλλέχθηκαν από το δίκτυο Eurydice και το CRELL (Κέντρο για την έρευνα σχετικά με την εκπαίδευση και τη διά βίου μάθηση)], Ιούνιος 2015, Υπηρεσία Εκδόσεων της Ευρωπαϊκής Ένωσης, Λουξεμβούργο, 2015.
Ευρωπαϊκό Δίκτυο Πολιτικής για τη Διεύθυνση των Σχολείων (EPNoSL): online platform with case studies on good practices in the field of school leadership policy in Europe (Διαδικτυακή πλατφόρμα με περιπτωσιολογικές μελέτες σχετικά με τις ορθές πρακτικές στον τομέα της πολιτικής για τη διεύθυνση των σχολείων στην Ευρώπη)
ΟΟΣΑ (2014), «Chapter 3: School Leadership» (Κεφάλαιο 3: Διεύθυνση των σχολείων) στο The OECD Teaching and Learning International Survey (TALIS) – 2013 Results [Η διεθνής έρευνα του ΟΟΣΑ για τη διδασκαλία και τη μάθηση (TALIS) – Αποτελέσματα 2013], ΟΟΣΑ, Παρίσι, 2014, σ. 55-83.
Προβολή περισσότερων