5. Συμμετοχή των ενδιαφερόμενων φορέων
Ο πολυσύνθετος χαρακτήρας της πρόωρης εγκατάλειψης του σχολείου απαιτεί πολυδιάστατη αντιμετώπιση. Ορισμένα από τα αίτια του φαινομένου συνδέονται με παράγοντες εκτός του εκπαιδευτικού συστήματος, όπως προσωπικές ή ψυχολογικές δυσκολίες, προβλήματα υγείας, οικογενειακά προβλήματα ή επισφαλείς κοινωνικοοικονομικές καταστάσεις. Το προσωπικό των σχολείων δεν έχει (και δεν μπορεί να έχει) τη δυνατότητα να αντιμετωπίσει όλες αυτές τις προκλήσεις, επομένως είναι απαραίτητο να υπάρχει συνεργασία με άλλους ευρύτερους ενδιαφερόμενους φορείς, οι οποίοι διαθέτουν την κατάλληλη εμπειρογνωσία.
Shutterstock.com
Αυτό προϋποθέτει ισχυρή διατομεακή συνεργασία με ευρύ φάσμα εξωτερικών ενδιαφερόμενων φορέων, καθένας από τους οποίους καλείται να διαδραματίσει συγκεκριμένο ρόλο στην υποστήριξη της εκπαιδευτικής πορείας των μαθητών και την καλλιέργεια της μαθησιακής τους εμπειρίας. Οι διάφοροι ενδιαφερόμενοι φορείς μπορούν να συμβάλουν στην κατανόηση των φραγμών στη μάθηση από διαφορετικές και συμπληρωματικές οπτικές γωνίες, καθώς και να προσφέρουν λύσεις ειδικά προσαρμοσμένες στις συγκεκριμένες ανάγκες κάθε μαθητή. Μπορούν επίσης να βοηθήσουν στην αντιμετώπιση των φραγμών στη μάθηση πέραν όσων εντοπίζονται στο άμεσο σχολικό περιβάλλον, για παράδειγμα, με τη βελτίωση των συνθηκών στέγασης, με τη στήριξη των γονέων ώστε να έχουν πρόσβαση στην απασχόληση, με τη βελτίωση της πρόσβασης στην υγειονομική περίθαλψη και σε άλλες υπηρεσίες και με τη διάθεση ευρείας ποικιλίας εξωσχολικών ευκαιριών. Οι πολύπλευρες ανάγκες των μαθητών πρέπει να βρίσκονται στο επίκεντρο κάθε μορφής συνεργασίας και συνιστάται να ακολουθείται μια ολιστική προσέγγιση.
Η συνεργασία με επαγγελματίες και υπηρεσίες από διάφορους τομείς (όπως κοινωνικοί λειτουργοί, διοργανωτές δραστηριοτήτων για νέους, διαπολιτισμικοί μεσολαβητές, νοσηλευτές, ψυχολόγοι και άλλοι θεραπευτές, ΜΚΟ και άλλες οργανώσεις των τοπικών κοινοτήτων από τους τομείς του αθλητισμού, του πολιτιστικού περιβάλλοντος και της ενεργού κοινωνίας των πολιτών, αστυνομικές και τοπικές αρχές κ.λπ.) μπορεί να αποβεί εξαιρετικά ωφέλιμη για την αντιμετώπιση των προβλημάτων των μαθητών. Ιδιαίτερης σημασίας είναι επίσης η συνεργασία με κοινωνικούς εταίρους και τοπικές επιχειρήσεις, διότι δύναται να ενισχύσει τη διασύνδεση του προγράμματος σπουδών με το εργασιακό περιβάλλον, καθιστώντας το, με τον τρόπο αυτόν, ελκυστικότερο για τους νέους.
Η συνεργασία μπορεί να περιλαμβάνει διάφορες μορφές ομαδικής εργασίας, δικτύωση και διυπηρεσιακή συνεργασία, και να βασίζεται σε τυποποιημένες δομές ή σε μηχανισμούς μεγαλύτερης ευελιξίας. Σε κάθε περίπτωση, η συνεργασία σε τοπικό και σχολικό επίπεδο διευκολύνεται εάν υποστηρίζεται από συναφείς πολιτικές και εάν πλαισιώνεται από σαφείς μηχανισμούς συντονισμού (ενδεχομένως μέσω συντονιστικού οργάνου).
Η εδραίωση της συνεργασίας τόσο με τους ενδιαφερόμενους φορείς όσο και μεταξύ αυτών είναι χρονοβόρα διαδικασία και απαιτεί τη συμμετοχή όλων ως ισότιμων και πρόθυμων εταίρων. Η ανάπτυξη εμπιστοσύνης, αμοιβαίου σεβασμού και κατανόησης προϋποθέτει αφοσίωση, χρόνο και ισχυρή ηγεσία. Είναι σημαντικό να αναγνωριστεί ότι θα προκύψουν προστριβές και ενδεχομένως προβλήματα, και κρίνεται συνεπώς αναγκαία η διαμόρφωση ενός περιβάλλοντος με ανοιχτό πνεύμα, το οποίο θα επιτρέπει την αντιμετώπιση των προβλημάτων και θα παρέχει τη δυνατότητα σε επαγγελματίες με διαφορετικό υπόβαθρο να διδάσκονται ο ένας από τον άλλο με τρόπους που ενισχύουν τις επαγγελματικές γνώσεις και πρακτικές τους.
Προβολή περισσότερων